ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Μνήμη και Τιμή: Πεσόντες και αγνοούμενοι του Λυθροδόντα

Written by LatsiaTV

Παύλος Παύλου

Έκδοση Κοινοτικού Συμβουλίου Λυθροδόντα

 Τα τελευταία 10 χρόνια τα καλοκαίρια μου τα περνώ κυρίως στο χωριό Λυθροδόντας, μισή ώρα δρόμος από τη Λευκωσία, με το άρωμα του πεύκου στα ρουθούνια και το πράσινο χρώμα της ελιάς να συνθέτουν ένα μαγευτικό τοπίο στους πρόποδες του Μαχαιρά. Στην κεντρική πλατεία του χωριού δεσπόζει το Μνημείο Πεσόντων και Αγνοουμένων, είκοσι δυο ήρωες ήταν η αιματηρή συνεισφορά του Λυθροδόντα στον βωμό για την ελευθερία, δύο το 1964 και είκοσι το 1974.

Ο δημοσιογράφος Παύλος Παύλου κατέγραψε στο βιβλίο του «Μνήμη και Τιμή» το χρονικό των ηρώων μέσα από συνεντεύξεις συγγενών στοχεύοντας σ’ αυτό: «Η μνήμη καταργεί τη λήθη και συνιστά νίκη κατά του θανάτου. Οφειλόμενο χρέος σε όσους υπηρέτησαν την πατρίδα και θυσιάστηκαν γι’ αυτήν είναι να συντηρούμε τη μνήμη τους και να τους αποδίδουμε την οφειλόμενη τιμή».

Ο συγγραφέας Παύλος Παύλου γράφει:

Η ιδέα για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου ξεκίνησε από τον αδελφικό μου φίλο Χάρη Συμεωνίδη. Αδελφός του πρώτου αγνοούμενου του Λυθροδόντα, του Αντώνη Συμεωνίδη, που απήχθη από τους Τούρκους και χάθηκε στα δεκαεννιά του χρόνια, ο Χάρης έζησε βαθιά στο είναι του από το 1964 την τραγική απώλεια και όσα αυτή συνεπάγεται. Πληγωμένος ο ίδιος και σε υψηλό βαθμό ευαισθητοποιημένος, μου μίλησε για την ανάγκη να αποτυπώσουμε σ’ ένα βιβλίο την προσωπικότητα του καθενός από τους είκοσι δύο πεσόντες και αγνοουμένους του Λυθροδόντα. Υιοθέτησα αμέσως την ιδέα, συναισθανόμενος την υποχρέωσή μας να διατηρήσουμε αιώνια τη μνήμη αυτών των ανθρώπων, να τους αποδώσουμε την οφειλόμενη τιμή και να καταγράψουμε τον πόνο και τα βιώματα των δικών τους και των φίλων τους. Να προσφέρουμε ακόμη στα νέα παιδιά εφόδια αυτογνωσίας και συντήρησης της μνήμης τους. Την ιδέα υιοθέτησε το κοινοτικό συμβούλιο Λυθροδόντα που έθεσε την όλη προσπάθεια υπό την αιγίδα του.

Το βιβλίο σκιαγραφεί την προσωπικότητα και τις συνθήκες μέσα στις οποίες χάθηκαν 22 συνολικά κάτοικοι του Λυθροδόντα, δύο το 1964 και είκοσι το 1974. Αν σκεφτεί κανείς ότι από μία μόνο κοινότητα, στην οποία οι οικογένειες είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους, χάθηκαν 22 άνθρωποι, γίνεται αντιληπτό ότι η τραγωδία έπληξε σχεδόν ολόκληρο το χωριό. Είναι μια αιμάσσουσα πληγή που μέχρι σήμερα παραμένει

ανοικτή. Αυτό ζήσαμε σ’ όλη τη διάρκεια της επώδυνης διαδικασίας της συλλογής των απαραίτητων πληροφοριών για τη συγγραφή του βιβλίου. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήσαμε τη μέθοδο της συνέντευξης, η οποία επέτρεψε να έλθουν στην επιφάνεια αυθεντικές μαρτυρίες, τόσο για τους 22 όσο και για τις συνθήκες μέσα στις οποίες έζησαν, στις δεκαετίες 1950 και 1960. Συλλέξαμε ταυτόχρονα φωτογραφικό υλικό, το περισσότερο σε ασπρόμαυρο εποχής, που παρουσιάζει από μόνο του ξεχωριστό ενδιαφέρον. Έχουμε ακόμη τη φωτογραφία του καθενός από τα άτομα που κατέθεσαν τη μαρτυρία τους, στοιχείο που έχει το δικό του ενδιαφέρον για την ιστορία της κοινότητας Λυθροδόντα.

Οι συνεντεύξεις και οι αναφορές στα παρουσιαζόμενα πρόσωπα δεν έχουν την ίδια έκταση και αυτό είναι φυσικό. Κάποιοι απ’ αυτούς ήταν φτασμένοι οικογενειάρχες και επαγγελματίες με προσφορά στα κοινά, ενώ κάποιοι άλλοι ήταν στα πρώτα χρόνια της νιότης τους και δεν πρόλαβαν καλά-καλά να γνωρίσουν τη ζωή. Είναι ενδεικτικό ότι για κάποιους καταφέραμε να συγκεντρώσουμε 20-25 άτομα (συγγενείς, φίλους, συστρατιώτες), ενώ για κάποιους άλλους 3-4 άτομα. Στην κάθε παρουσίαση υπάρχει πρόλογος του συγγραφέα σε στυλ δημοσιογραφικού ρεπορτάζ, στον οποίο σκιαγραφείται η προσωπικότητα του κάθε ήρωα και συμπυκνώνεται η ουσία των μαρτυριών που κατατέθηκαν. Ακολουθούν οι συνεντεύξεις, για τις οποίες καταβλήθηκε μεγάλη προσπάθεια να παρουσιαστούν όσο γινόταν αυτούσιες. Η διαδικασία αυτή δεν ήταν εύκολη, καθώς έπρεπε να μεταφερθεί ο προφορικός λόγος των ηχογραφημένων συνεντεύξεων σε απλό, κατανοητό, γραπτό λόγο. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι πολλοί από τους ανθρώπους που έδωσαν συνέντευξη μίλησαν υπό συναισθηματική φόρτιση ή ότι είναι απλοί άνθρωποι του λαού χωρίς ιδιαίτερη μόρφωση, μπορεί να κατανοήσει τη δυσκολία. Η όλη προσπάθεια αντιμετωπίστηκε με σεβασμό προς τους ανθρώπους που κατέθεσαν τη μαρτυρία τους και έγινε με τρόπο που δεν αλλοιώνει την ουσία αυτών που κατέθεσαν.

Οι συναντήσεις μας για συλλογή των συνεντεύξεων ήταν πάντα μια επώδυνη διαδικασία. Έδιναν την αφορμή να συγκεντρωθεί ξανά όλη η οικογένεια των ηρώων μαζί με φίλους και συστρατιώτες τους και μέσα σε κλίμα μεγάλης συγκίνησης να καταθέσουν όλοι τις μαρτυρίες τους. Ιδιαίτερα συγκινητικές ήταν οι λίγες περιπτώσεις που οι γονείς βρίσκονταν ακόμη εν ζωή. Όσο κι αν ο χρόνος επουλώνει πληγές και παρά το γεγονός ότι πέρασαν σαράντα τόσα χρόνια από την τραγωδία του 1974, οι αντιδράσεις από γονείς, αδέλφια, συγγενείς και φίλους ήταν σαν όλα να συνέβησαν χθες. Αισθάνεσαι πως ο χρόνος σταμάτησε σε εκείνη τη στιγμή που ο δικός τους άνθρωπος δεν γύρισε ποτέ.

Συγκλονιστικές είναι οι περιπτώσεις των αγνοουμένων που βρέθηκαν μετά από δεκαετίες τα οστά τους και έγιναν οι κηδείες τους. Αυτό το γεγονός λειτούργησε σαν βάλσαμο στις πληγές και στον πόνο τους και έθεσε μια τελεία στην πολύχρονη αναζήτηση της τύχης των δικών τους ανθρώπων. Τους έκαναν μια χριστιανική κηδεία και τώρα μπορούν να ανάβουν ένα καντήλι στον τάφο τους. Για τρεις απ’ αυτούς συνέβη να βρεθούν τα οστά τους την περίοδο συγγραφής του βιβλίου. Έτσι καταγράφεται και η κατάθεση της αγωνίας των δικών τους να βρεθούν επιτέλους τα οστά τους και η ανακούφιση από την εύρεσή τους. Κάποιοι περιμένουν ακόμα…

Από τις μαρτυρίες που καταγράφηκαν ξεχωρίζουν αυτές της νεότερης γενιάς και κυρίως των παιδιών των πεσόντων και αγνοουμένων. Μαζί με τους γονείς, είναι η τραγικότερη πτυχή του δράματος. Είναι τα παιδιά τους. Αυτά που έχασαν τον πατέρα όταν δεν ήταν ακόμη σε θέση να συνειδητοποιήσουν τι έγινε. Και τον γνώρισαν μέσα από φωτογραφίες και αφηγήσεις άλλων. Οι μαρτυρίες τους είναι συγκλονιστικές.

Από το σύνολο των μαρτυριών που καταγράφονται στο βιβλίο, αποτυπώνονται τραγικές αλήθειες για την κατάσταση που επικρατούσε στην Κύπρο πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 και κατά τη διάρκεια των δύο φάσεων της εισβολής, στις 20 Ιουλίου και στις 14 Αυγούστου. Καταγράφεται συγκεκριμένα η άλωση της Εθνικής Φρουράς από τη στρατιωτική χούντα των Αθηνών, ο τραγικός διαχωρισμός του λαού σε μακαριακούς και γριβικούς, ενωτικούς και ανθενωτικούς, και η κορύφωση της εμφύλιας διαμάχης με την εκδήλωση του πραξικοπήματος. Πολλές αυθεντικές μαρτυρίες καταγράφουν το γεγονός ότι η μεγάλη μάζα των στρατεύσιμων Λυθροδοντιατών εστάλη ομαδικά στην πιο επικίνδυνη ζώνη του μετώπου, ως εκδικητικό μέτρο γιατί ήταν όλοι τους υποστηρικτές του Μακαρίου. Πολύ παραστατικά καταγράφεται ακόμη η κατάσταση που επικρατούσε στο μέτωπο, μια κατάσταση ανοργανωσιάς, σύγχυσης, έλλειψης ηγεσίας και καθοδήγησης, χωρίς επαρκή οπλισμό και εφόδια. Οι νέοι μας κατατάχθηκαν πρόθυμα για να υπηρετήσουν την πατρίδα και στάλθηκαν στις μάχες σαν πρόβατα στη σφαγή. Την πραγματική κατάσταση που επικράτησε τότε καταγράφουν πολύ παραστατικά και τέσσερις επιπρόσθετες συνεντεύξεις που λήφθηκαν από ισάριθμους ανώτατους αξιωματικούς εν αποστρατεία. Οι αυθεντικές μαρτυρίες τους τεκμηριώνουν αυτό που και οι απλοί πολίτες κατέθεσαν, ότι δηλαδή το 1974 η Κύπρος ήταν το θύμα μιας μεγάλης εθνικής προδοσίας και ότι οι νέοι μας, πεσόντες και αγνοούμενοι, χάθηκαν άδικα σ’ έναν προδομένο πόλεμο.

Οι συγγενείς όσων χάθηκαν νιώθουν περήφανοι γιατί οι δικοί τους άνθρωποι θυσιάστηκαν για την πατρίδα. Αυτό δήλωσαν όλοι. Δηλώνοντας ταυτόχρονα πως χάθηκαν άδικα, σ’ έναν άνισο και προδομένο πόλεμο. Και πως είναι εξίσου άδικο, σαράντα χρόνια μετά, να κηδεύονται σ’ ένα μικρό κασονάκι τα λιγοστά οστά τους. «Χαλάλι της πατρίδας, αλλά ας όψονται τζείνοι που τα κάμασι», είπε ένας από τους τραγικούς γονείς.

ΣΗΜ. Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει τη Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016, στις 7μ.μ. στο χωριό Λυθροδόντας.

πηγή. Αίγλη Τούμπα / parathyro.com

About the author

LatsiaTV